Meet The Legend

Η φωτογραφία μου
Είμαι κόκκορας φευγάτος, δεν θα γίνω εγώ κρασάτος
.

Τα Δάχτυλα



Ανάμεσα από αυτά τα δάχτυλα,
γλίστρησαν τούφες μαλλιών και προσμονής.
Καμιά φορά ξεφύγανε και έρωτες.
Επάνω τους κλείδωσαν χείλη και χαράχτηκαν ερμητικές σιωπές
Κι άμα τ’ αγγίξεις θα το νιώσεις,
πώς ακόμα εκεί ιδρώνουν όλα όσα δεν ειπώθηκαν.
Ανάμεσα τους, φωλιάσανε τσιγάρα
η αγωνία και η συνήθεια
αφήνοντας σημάδι τους το κίτρινο του χρόνου που γερνάει.
Έχουνε μνήμη αυτά τα δάχτυλα
Μνήμες,
Από οδοιπορικά σε αγαπημένα σώματα
Από το κάθε σφιχτό αντίο.

Θυμούνται να ξέρεις,
Γι’ αυτό τα βλέπεις πια να τρέμουν.

DON'T TRY THIS AT HOME! YOLO...


Το γίδι που ήθελε τη δική του παραλία


  Από μικρό, το μικρό γίδι ένιωθε υποτιμημένο. Το ξαδερφάκι του το κατσίκι κατείχε περίοπτη θέση
 ανάμεσα στον κόσμο των ανθρώπων. Θεωρούνταν πεντανόστιμο, του έκαναν ειδική μνεία 
κάθε Πάσχα παρέα με το αρνί, είχε παροιμίες αφιερωμένες στο άτομό του 
–«μασάει η κατσίκα ταραμά»,«θα γελάσει και το παρδαλό κατσίκι»-, παρομοιώσεις που αφορούσαν 
τις δεινές του ικανότητες στο σκαρφάλωμα και άκουσον άκουσον  είχε μέχρι και μια πανέμορφη 
παραλία βαφτισμένη με το όνομα του! «Porto Κατσίκι»! Γεμάτο κοσμοπολίτικο αέρα… 
Porto Κατσίκι…
 Φτου! Έκανε το γίδι ωσάν άλλο λάμα, εκτινάσσοντας στο έδαφος μια μπάλα από χορτάρι
 που μασουλούσε βαριεστημένα! Όλα μπορώ να τα δεχτώ, είπε, αλλά όχι και την παραλία! 
Αυτή η παραλία πρέπει να γίνει δική μου! Πώς όμως?...
  Μέρες και νύχτες σκεφτόταν το καλό μας γίδι τρόπους για να μετονομαστεί η πανέμορφη αυτή 
παραλία και να πάρει το δικό του λαμπρό όνομα!  Τίποτα όμως δεν ήταν αρκετό. 
Κανένα σχέδιο δεν φαινόταν πως θα μπορούσε να λειτουργήσει, εκτός και αν…χμμμ…
και τότε του ήρθε η επιφοίτηση!   Εκτός και αν χρησιμοποιούσε τις τηλεπαθητικές του ικανότητες! 
Πώς δεν το είχε σκεφτεί νωρίτερα! Η αλήθεια είναι πως τα γίδια έχουν ανεπτυγμένες τηλεπαθητικές
 ικανότητες, ωστόσο επειδή θέλουν να αποφύγουν τους γιατρούς και τα πειράματα, και γενικότερα 
επειδή διακρίνονται από μια φυσική συστολή και προτιμούν να κρατούν ένα χαμηλό profile
δεν τις χρησιμοποιούν συχνά , ή μάλλον πιο σωστά, τις κρύβουν επιμελώς! Οπότε το μικρό γίδι
 ήξερε πως για να χρησιμοποιήσει αυτή του την ικανότητα, θα έπρεπε να το κάνει κρυφά και με τη
 μέγιστη προσοχή! Θα έπρεπε να βρει ένα μέρος που να μην το βλέπουν τα υπόλοιπα ζώα της στάνης,
 γιατί όταν θα χρησιμοποιούσε τις δυνάμεις του θα γινόταν φανερό στους γνωρίζοντες το τι ακριβώς
 συμβαίνει! Βλέπετε τα γίδια όταν επικοινωνούν εγκεφαλικά , παίρνουν μια έκφραση δυσκοίλιου
 πενηντάρη που έχει καταναλώσει μεγάλες ποσότητες ινδικού φαγητού, και επίσης τα αυτιά τους 
κουνιούνται σαν να έχουν καταληφθεί από αρχαία διονυσιακά πνεύματα ! 
Δεν έπρεπε να το δει κανείς λοιπόν. Έτσι μια μέρα εκεί που όλα τα άλλα ζωάκια έβοσκαν αμέριμνα 
στην πλαγιά, εκείνο απομακρύνθηκε προσεκτικά, κρύφτηκε πίσω από έναν μεγάλο αλλά άνετο βράχο 
και ξεκίνησε την διαδικασία που θα άλλαζε μια για πάντα τον τρόπο που ονομάζουμε τις παραλίες 
σήμερα!
  Πρώτα πρώτα το μήνυμα θα το δέχονταν εκείνοι που είχαν κάποια διανοητική αναπηρία, 
μιας και ήταν πιο εύκολο να εισβάλλει το γίδι στις σκέψεις τους. Έτσι την επόμενη μέρα, 
ο τότε πρωθυπουργός της χώρας  Γιωργάκης Παπανδρέου, ανακοίνωσε στο twitter   
μαζί με το Σάκη Ρουβά (ταυτόχρονα), ότι επέλεξε φέτος να περάσει τις καλοκαιρινές του διακοπές στο
 “porto γίδι” της Λευκάδας! Στην αρχή πολλοί νόμιζαν ότι επρόκειτο για τυπογραφικό λάθος, 
όμως σιγά σιγά όλο και περισσότεροι άνθρωποι της τηλεόρασης και των media άρχισαν να αναφέρονται
στην διάσημη αυτή παραλία σαν «porto γίδι» !! Το μέρος άρχισε να γίνεται το κέντρο του παγκόσμιου
σοφιστικέ, χίπστερ, τα-πάντα-όλα τουρισμού. Το star channel  εγκατέλειψε τη Μύκονο και άρχισε 
ρεπορτάζ για τα καυτά κορμιά που χορεύουν ημίγυμνα στην παραλία του “porto γίδι”. 
Μέσα σε λίγους μήνες, μόνο μια ξεθωριασμένη ταμπέλα είχε απομείνει για να θυμίζει πως κάποτε 
αυτό το ειδυλλιακό γιδίσιο μέρος ονομαζόταν «porto κατσίκι». Η ιστορία είχε αλλάξει μια για πάντα!
 Τα υπόλοιπα γίδια είχαν χαρεί πολύ με τα νέα, και το “porto γίδι” ήταν το μόνιμο θέμα των συζητήσεων
 στη στάνη. Το μικρό γίδι ένιωθε μια σκοτεινή ευχαρίστηση αλλά ταυτόχρονα κάτι μέσα του σκιρτούσε 
και παραπονιόταν. Δε μπορεί να έχει κάνει κάτι τόσο σπουδαίο και κανείς να μην το ξέρει και να μην 
του το αναγνωρίζει!
  Έτσι ένα βράδυ που είχε βοσκήσει κάτι περίεργα ασυνήθιστα χόρτα από το διπλανό μποστάνι,
ανακοίνωσε με απλανές βλέμμα το κατόρθωμά του στα υπόλοιπα γίδια της στάνης!
Οι αντιδράσεις ήταν ποικίλες! Κάποιοι θεώρησαν ότι ήταν ο νέος ήρωας των γιδιών και ότι θα έπρεπε 
να του αποδοθούν τιμές αρχηγού στάνης, ενώ κάποιοι άλλοι υποστήριζαν πως θα έπρεπε να βραστεί 
σε σιγανή φωτιά για παραδειγματισμό, αφού με την απερισκεψία του έθεσε όλο το είδος τους 
σε κίνδυνο. Οι απόψεις λοιπόν διίσταντο, μα όλοι είχαν συμφωνήσει σε ένα πράγμα, πως το μικρό γίδι
έπρεπε να δώσει τον ιερό όρκο της γίδας , ότι δηλαδή ποτέ δεν θα ξαναχρησιμοποιούσε την δύναμη του 
αυτή επί ματαίω.  Ο όρκος αυτός ήταν μια ιδιαίτερη , μυστική τελετή που έπρεπε να λάβει χώρα 
τα μεσάνυχτα. Όλη μέρα τα γίδια μασούσαν ποικίλα χορτάρια και τα έφτυναν σε έναν λάκκο που είχαν 
σκάψει στη μέση του λόφου. Τα μεσάνυχτα ήταν  όλα νηστικά, αλλά ο λάκκος γεμάτος μασημένα χόρτα.
 Η πιο μεγάλη σε ηλικία γίδα βέλαξε τρεις φορές πάνω από τον λάκκο, και τότε όλοι μαζί άρχισαν να 
χτυπούν τα πόδια στο έδαφος. Είχε φτάσει η ώρα το μικρό γίδι να πει τα λόγια του αιώνιου όρκου 
που θα το έδεναν για πάντα. Όμως εκείνη ακριβώς τη στιγμή, μέσα από το λάκκο, εμφανίστηκε 
σαν όραμα μια τεράστια γίδα. Είχε ασημένιο τρίχωμα και στ’ αυτιά της φορούσε σκουλαρίκια 24αρων 
καρατίων! Όλες οι γίδες έμειναν αποσβολωμένες. Και τότε η λαμπρή ετούτη γίδα μίλησε…
« Πριν από χρόνια», είπε, «ένας ανθρώπινος – κοτίσιος προφήτης του είδους μας, επονομαζόμενος 
και ως  ποκού, είχε προβλέψει αυτή την επερχόμενη αλλαγή. Κάποτε αυτός ο προφήτης είχε πρώτος 
μιλήσει για το “porto γίδι” και οι άλλοι απερίσκεπτα τον κορόιδευαν! Τα σημεία των καιρών το είχαν 
δείξει όμως…Θα έφτανε κάποτε ένα γίδι και θα επαλήθευε αυτή την προφητεία. Το μικρό γίδι δεν 
πρέπει να τιμωρηθεί. Η ιστορία της γίδας άλλαξε μια για πάντα.»
  Αυτά είπε και αφού έφαγε όλο το χορτάρι του λάκκου εξαφανίστηκε. Τα υπόλοιπα γίδια κοιτούσαν 
έκπληκτα το ένα το άλλο, και έπειτα αποφάσισαν ότι πεινάνε και πως έπρεπε να πάνε να τσιμπήσουν 
κάτι. Το μικρό γίδι τρισευτυχισμένο και γαλήνιο, επέστρεψε στη στάνη και κοιμήθηκε όμορφα. 
Στον ύπνο του ονειρεύτηκε πως κάποτε, μετά από πολλά πολλά χρόνια, θα το σφάξουν και θα το 
βράσουν κάποιοι κατασκηνωτές της παραλίας “porto γίδι”, και αφού το απολαύσουν με λαιμαργία, 
χωρίς καν να περιμένουν κάνα διωράκι, θα βουτήξουν στα γαλανά νερά της υπέροχης παραλίας 
και θα χαθούν μέσα της μια για πάντα χτυπημένοι από βαρυστομαχιά!

ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑ


Aθήνα


 Η Αθήνα τα βράδια μου θυμίζει γερασμένη πόρνη πολυτελείας, σκοτεινή , γεμάτη με σωρούς απο σκουπίδια και ημιφώτιστους αρχαίους κίονες. Παραμένει όμορφη ωστόσο. Αν περάσεις τα δαχτυλά σου επάνω της, θα ανακαλύψεις γωνιές προκλητικές, γεμάτες γοητεία, κι αν τη γευτείς θα σου θυμίσει παλαιωμένο γλυκό κρασί που σε ζαλίζει ευχάριστα. Παρ'όλα αυτά όμως, δεν παύει να μυρίζει λιβάνι και θάνατο.
 Αυτή η γριά πουτάνα, μου έχει φάει όλα τα χρήματα. Με καταδίκασε να γυρνώ στα λημέρια της, να πασχίζω να την ανακαλύψω, και να την φοβάμαι ταυτόχρονα. Τα βράδια που μεθάω στους δρόμους της, που κοιμάμαι παραδομένη στην αγκαλιά της, ονειρεύομαι μια άλλη.
Μια οποιαδήποτε άλλη.
......................................

"Που ανήκεις? Πόσους έχεις πάρει, πόσοι σ'εχουν φτύσει,
πόσοι σ'εχουνε αφήσει, αγκαλιάσει, ερωτευτεί..
Παραμένεις δική μου, κι ας μην σ'αγαπώ.
Κι όμως εδώ γυρίζεις πάντα,
πάντα εδώ.
Απ'τα δικα μου χέρια ζητάς το χάδι,
μεσ'στην πολύβοη μοναξιά των λεωφόρων , των μαγαζιών,
ειναι αλλιώς το βράδυ, κάτω απ'τον ίσκιο των αστέγων, των λαθραίων τσιγάρων, των μεταναστών.
Κάπνισε.
Σε ανάβω, σε παρηγορώ και σε καταστρέφω.
Πιές.
Σου κρατάω το κεφάλι σε μια τουαλέτα, σ'ενα στενό, σ'ενα νοσοκομείο.
Σε ξέρω, σου δίνω στέγη και κατάλυμα σε κάποιο αιδοίο.
Φίλα με, γάμησε με χωρίς προφυλάξεις,
να με αγαπάς και να με βρίζεις,
να με ζητάς μα μη με ψάξεις,
Δεν είμαι εγώ, ειναι η δική σου αντανάκλαση
μέσα στα βρώμικα νερά που λίμνασαν στη μέση του δρόμου
εσύ είσαι βρώμικη, δεν είναι τα νερά μωρό μου.
Τι με κοιτάς λοιπόν, φύγε.
Φύγε,αφου το ζητάς.."
...
(Και γελάει γιατι ξέρει πως πουθενά δε θα πας.)

.....................................................

Μεσημέρι.Περπατάω σκυφτή με τα χέρια στις τσέπες μου. Μια αμυγδαλιά στη μέση του δρόμου ανθισμένη σπάει το γκρίζο του πεζοδρομίου. Ευωδιά απο γιασεμί στις αυλές των μονοκατοικιών,σκεπάζει την μυρωδιά απο τα φρεάτια του δρόμου. Μια πολύχρωμη ζωγραφιά καλύπτει τον μουντό τοίχο κάποιου σκυθρωπού κτιρίου του κέντρου. Μια αμυγδαλιά ένα γιασεμί μια ζωγραφιά, ξεκίνησαν αντάρτικο πόλεως.
Αθήνα, Άνοιξη 2012. Θα τα πούμε το βράδυ.

Απέναντι απ' το μπαρ "Το Ναυάγιο"



Κάποιο βράδυ σ'ενα μπάρ γνώρισα τον διάβολο. Έκατσε στο τραπέζι δίπλα μου κι έβγαλε απ' την τσέπη του ένα μικρό ασημένιο φλασκί.
Χωρίς να πει κουβέντα, γύρισε προς το μέρος μου, άπλωσε το χέρι του και μου έδωσε να πιω. Ακούμπησα το μπουκάλι στα χείλη μου κι αμέσως θυμήθηκα τις παιδικές μου Κυριακές, το καλό μου φόρεμα, τα απαλά χέρια της γιαγιάς μου...
Ήπια απο το ίδιο μπουκάλι με το διάβολο κι ήταν ένα γλυκό κρασί... σα νάμα.
 Δε μιλούσε, μόνο έπινε και κοίταγε μια το ταβάνι και μια το πάτωμα. Πίναμε όλη νύχτα και το φλασκί δεν άδειαζε, κι ούτε που μεθούσαμε, κι ούτε που πέρναγαν οι ώρες και τα χρόνια, κι η νύχτα εκείνη δεν ξημέρωνε.. Κάποια στιγμή μονάχα, έστρεψε το βλέμμα του πάνω μου και με κοίταξε... Τον κοίταξα κι εγώ βαθιά στα μάτια... και τότε τον κατάλαβα. Τον ένιωσα. Τον πόνεσα. Νομίζω πως κι εκείνος με κατάλαβε.
 Μείναμε έτσι για λίγο, κι έπειτα σηκώθηκε, κούμπωσε το βαρυ παλτό του, σήκωσε το γιακά του κι έφυγε, έτσι απότομα, έτσι ξαφνικά όπως είχε έρθει, χωρίς καν να κοιτάξει πίσω του. Πάνω στο τραπέζι έμενε ακόμα το ασημένιο φλασκί. Έκανα να πιω, μα ήταν άδειο πλέον. Έστρεψα το βλέμμα προς το παράθυρο, μήπως και προλάβω να τον δω να φεύγει... Έξω έριχνε χιόνι. Μόνο χιόνι και κανείς πουθενά... Όλα άσπρα, θαμμένα κάτω απ'αυτό το παχύ, πυκνό, ισοπεδωτικά λευκό χιόνι. Ξημέρωνε Χριστούγεννα.

ΠΡΑΣΙΝΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ


Παιδικά Παιχνίδια


Mirror Mirror


Selfless Love


FLYING LESSONS 2


AΝΘΡΩΠΙΝΑ

Το ταβάνι του κόσμου θολό κι ο Θεός κάπου απόμερα μόνος.
από τα χαμηλά που κοιτώ ,
μέσα απ΄το τακτοποιημένο μου χάος
όλα στη θέση τους

Καταπίνω λυγμούς πίνοντας βιαστικά τον καφέ μου.
Καλά κρυμμένη η οδύνη,
μέσα από τ' ακροδάχτυλα
ρυτιδιάζει τον καφέ στο φλιτζάνι
κι αποκαλύπτεται

Δεν μπορώ πια να στέκομαι στο ύψος μου.
είναι το σώμα θνητό κι οι αντοχές του εφήμερες.
Γύρισα πλάτη στον κόσμο κι ακούμπησα
κάπου απόμερα...κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσιν μόνη.
κοίταξα αλλού...

Ο κόσμος βουίζει ζώντας, τον ακούω από μακριά.
Εκεί που κοιτάζω, μονάχα σιωπή.
Ξέρω,
αυτός ο κόσμος πέθανε πια..
κι η φωτογραφία σου απλή υπενθύμιση του θανάτου

Τώρα που έφυγες, θα στα πω όλα
ο Εφιάλτης είχε πολλά πρόσωπα και οι Θερμοπύλες μου 300 φορές προδωθήκανε
εις γνώσιν μου πάντα, δεν μεμψιμοιρώ.
Βλέπεις από μικρή μπέρδευα τα όνειρα με του εφιάλτες μου

Τα παραδέχομαι όλα, τώρα που η αγχόνη της απουσίας σου σφίγγει
Δεν ξέρω να σκοτώνω, συγχώρα με.
έπρεπε εξ αρχής να στο πω,
στη μάχη μόνο να πεθαίνω έχω μάθει.
Να πεθαίνω
έτσι δειλά και με φόβο,
έτσι
ανθρώπινα.